lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βέβαιος στα λευκορωσίας

Λέξη:
βέβαιος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (7):
нейкі, троху, трошку, моцны, верагодны, дакладны, пэўны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας βέβαιος, βέβαιος συνώνυμο, βέβαιος συνώνυμα, βέβαιος στα λευκορωσίας, нейкі στα ελληνικά
βέβαιος στα λευκορωσίας