lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ντύνω στα ιταλικά

Λέξη:
ντύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (4):
abbigliare, rivestire, vestire, vestirsi
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ντύνω, ντύνω τις κούκλες, ντύνω τις winx, ντύνω την ντόρα, ντύνω την barbie, ντύνω πριγκίπισσες, ντύνω στα ιταλικά, abbigliare στα ελληνικά
ντύνω στα ιταλικά