lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: γαργαλίζω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tickle, titillate
γαργαλίζω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
lechtat, polechtat, pošimrat, svrbět, šimrat
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gekitzelt, kitzeln, prickeln
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
kildre, kile
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chatouiller, lutiner, picoter, titiller
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
solleticare
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kile
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
щекотать
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kittla
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
казытаць
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kutittaa
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
csikland, csiklandoz
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
casquilhas
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лоскотати, лоскочіть
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
łaskotać, łechtać