lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έλκω στα γερμανικά

Λέξη:
έλκω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (6):
anziehen, bestreichen, reißen, reizen, ziehen, heranziehen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά έλκω, ελκύω συνώνυμα, ελκύω κλίση, έλκω παραγωγα, έλκω ελκύω, έλκω αγγλικα, έλκω στα γερμανικά, anziehen στα ελληνικά
έλκω στα γερμανικά