lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανεπάρκεια στα γερμανικά

Λέξη:
ανεπάρκεια (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (6):
entbehrung, fehlen, knappheit, mangel, manko, not
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ανεπάρκεια, ανεπάρκεια ωοθηκών, ανεπάρκεια τριγλώχινας βαλβίδας, ανεπάρκεια τραχήλου, ανεπάρκεια συνώνυμο, ανεπάρκεια καρδιάς, ανεπάρκεια στα γερμανικά, entbehrung στα ελληνικά
ανεπάρκεια στα γερμανικά