lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποτελώ στα πολωνική

Λέξη:
αποτελώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (5):
mianować, stanowić, tworzyć, ustanawiać, utworzyć
Σχετικές λέξεις:
πολωνική αποτελώ, αποτελώ στα αγγλικά, αποτελεί συνώνυμα, αποτελώ στα πολωνική, mianować στα ελληνικά
αποτελώ στα πολωνική