lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απόδειξη στα γερμανικά

Λέξη:
απόδειξη (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (16):
argument, ausweis, bejahung, beleg, bescheinigung, bestätigung, beweis, nachweis, pfand, probe, quittieren, quittung, rechtsbeweis, revers, schein, zeugnis
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά απόδειξη, απόδειξη παροχής υπηρεσιών 2014, απόδειξη παροχής υπηρεσιών, απόδειξη παραδείσου, απόδειξη λιανικών συναλλαγών, απόδειξη λιανικής πώλησης, απόδειξη στα γερμανικά, argument στα ελληνικά
απόδειξη στα γερμανικά