lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απόδειξη στα πορτογαλικά

Λέξη:
απόδειξη (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (12):
acuse, argumentação, argumento, certificado, certificaria, confirmaria, constataria, evidencia, prova, quitação, recibo, vale
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά απόδειξη, απόδειξη παροχής υπηρεσιών 2014, απόδειξη παροχής υπηρεσιών, απόδειξη παραδείσου, απόδειξη λιανικών συναλλαγών, απόδειξη λιανικής πώλησης, απόδειξη στα πορτογαλικά, acuse στα ελληνικά
απόδειξη στα πορτογαλικά