lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απόδειξη στα νορβηγικά

Λέξη:
απόδειξη (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (10):
argument, belegg, bevis, dokument, kvitens, kvittering, revers, pubertet, anerkjennelse, bekreftelse
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά απόδειξη, απόδειξη παροχής υπηρεσιών 2014, απόδειξη παροχής υπηρεσιών, απόδειξη παραδείσου, απόδειξη λιανικών συναλλαγών, απόδειξη λιανικής πώλησης, απόδειξη στα νορβηγικά, argument στα ελληνικά
απόδειξη στα νορβηγικά