lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απόδειξη στα δανική

Λέξη:
απόδειξη (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
argument, bevis, dokument, kvittering, revers, pubertet
Σχετικές λέξεις:
δανική απόδειξη, απόδειξη παροχής υπηρεσιών 2014, απόδειξη παροχής υπηρεσιών, απόδειξη παραδείσου, απόδειξη λιανικών συναλλαγών, απόδειξη λιανικής πώλησης, απόδειξη στα δανική, argument στα ελληνικά
απόδειξη στα δανική