lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απόδειξη στα ουγγρική

Λέξη:
απόδειξη (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (8):
bizonyíték, igazolvány, okirat, okmány, elismervény, nyugta, igenlés, köszönetnyilvánítás
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική απόδειξη, απόδειξη παροχής υπηρεσιών 2014, απόδειξη παροχής υπηρεσιών, απόδειξη παραδείσου, απόδειξη λιανικών συναλλαγών, απόδειξη λιανικής πώλησης, απόδειξη στα ουγγρική, bizonyíték στα ελληνικά
απόδειξη στα ουγγρική