lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βαδίζω στα γερμανικά

Λέξη:
βαδίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (2):
marschieren, ziehen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά βαδίζω, βαδίζω συνώνυμο, βαδίζω συνώνυμα, βαδίζω στην πάτρα 2014, βαδίζω στην πάτρα, βαδίζω με παράπονο στίχοι, βαδίζω στα γερμανικά, marschieren στα ελληνικά
βαδίζω στα γερμανικά