lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βαδίζω στα ιταλικά

Λέξη:
βαδίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (2):
camminare, marciare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά βαδίζω, βαδίζω συνώνυμο, βαδίζω συνώνυμα, βαδίζω στην πάτρα 2014, βαδίζω στην πάτρα, βαδίζω με παράπονο στίχοι, βαδίζω στα ιταλικά, camminare στα ελληνικά
βαδίζω στα ιταλικά