lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βαδίζω στα σουηδικά

Λέξη:
βαδίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά βαδίζω, βαδίζω συνώνυμο, βαδίζω συνώνυμα, βαδίζω στην πάτρα 2014, βαδίζω στην πάτρα, βαδίζω με παράπονο στίχοι, βαδίζω στα σουηδικά, tåga στα ελληνικά
βαδίζω στα σουηδικά