lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξασθένηση στα γερμανικά

Λέξη:
εξασθένηση (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
abschwächung, abspannung, dämpfung, entkräftung, schwäche, schwachheit, schwächung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά εξασθένηση, εξασθένηση των σφιγκτήρων μυών, εξασθένηση του ήχου, εξασθένηση της στιβάδας του όζοντος, εξασθένηση συνώνυμο, εξασθένηση στοιβάδας όζοντος, εξασθένηση στα γερμανικά, abschwächung στα ελληνικά
εξασθένηση στα γερμανικά