lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ερμηνεύω στα γερμανικά

Λέξη:
ερμηνεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (12):
aufklären, auslegen, deuten, dolmetschen, erklären, erläutern, interpretieren, verdolmetschen, vorschützen, zurückführen, übersetzen, übertragen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ερμηνεύω, ερμηνεύω συνώνυμα, ερμηνεύω συνωνυμο, ερμηνεύω στα αγγλικά, ερμηνεύω λεξικό, ερμηνεύω αρχικοί χρόνοι, ερμηνεύω στα γερμανικά, aufklären στα ελληνικά
ερμηνεύω στα γερμανικά