lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ερμηνεύω στα δανική

Λέξη:
ερμηνεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
fortolke, tolke, forklare, oversætte, oversatte, tyde
Σχετικές λέξεις:
δανική ερμηνεύω, ερμηνεύω συνώνυμα, ερμηνεύω συνωνυμο, ερμηνεύω στα αγγλικά, ερμηνεύω λεξικό, ερμηνεύω αρχικοί χρόνοι, ερμηνεύω στα δανική, fortolke στα ελληνικά
ερμηνεύω στα δανική