lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κυκλοφορώ στα γερμανικά

Λέξη:
κυκλοφορώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (14):
ablaufen, drehen, durchlaufen, kreisen, kreuzen, kursieren, laufen, rotieren, strömen, umgehen, umlaufen, verkehren, weben, zirkulieren
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κυκλοφορώ, κυκλοφορώ με ποδήλατο, κυκλοφορώ με ασφάλεια ως πεζός, κυκλοφορώ με ασφάλεια στο δρόμο, κυκλοφορώ με ασφάλεια στην πόλη, κυκλοφορώ με ασφάλεια παιχνιδια, κυκλοφορώ στα γερμανικά, ablaufen στα ελληνικά
κυκλοφορώ στα γερμανικά