οστρακοειδής στα αγγλικά οστρακοειδής στα ισπανικά οστρακοειδής στα γαλλικά οστρακοειδής στα νορβηγικά οστρακοειδής στα ρωσικά οστρακοειδής στα εσθονική οστρακοειδής στα ουγγρική οστρακοειδής στα πορτογαλικά οστρακοειδής στα πολωνική
χρησιμοποιώ στα ουκρανικά επιρροή στα ουκρανικά οπαδός στα δανική ράβω στα αγγλικά προτεραιότητα στα κροατικά
ράβω τα ρούχα μου επιρροή συνώνυμα οπαδός του ολυμπιακού εκφράζει την αγανάκτησή του έπειτα από το 0-3 του παναθηναϊκού χρησιμοποιώ στα αγγλικά προτεραιότητα αγγλικα