lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πάτωμα στα γερμανικά

Λέξη:
πάτωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (11):
boden, diele, erdboden, erde, fußboden, gebiet, gelände, grund, land, parkett, welt
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά πάτωμα, πάτωμα τσανακλίδου, πάτωμα τάνια τσανακλίδου στιχοι, πάτωμα τάνια τσανακλίδου, πάτωμα στίχοι, πάτωμα εξωτερικού χώρου-deck, πάτωμα στα γερμανικά, boden στα ελληνικά
πάτωμα στα γερμανικά