lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πάτωμα στα νορβηγικά

Λέξη:
πάτωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (11):
golv, grunn, gulv, jord, jorden, jordsmonn, land, lande, mark, verden, årsak
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά πάτωμα, πάτωμα τσανακλίδου, πάτωμα τάνια τσανακλίδου στιχοι, πάτωμα τάνια τσανακλίδου, πάτωμα στίχοι, πάτωμα εξωτερικού χώρου-deck, πάτωμα στα νορβηγικά, golv στα ελληνικά
πάτωμα στα νορβηγικά