lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πάτωμα στα ιταλικά

Λέξη:
πάτωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (12):
campagna, fondo, gente, mondo, motivo, paese, pavimentazione, pavimento, ragione, suolo, terra, terreno
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά πάτωμα, πάτωμα τσανακλίδου, πάτωμα τάνια τσανακλίδου στιχοι, πάτωμα τάνια τσανακλίδου, πάτωμα στίχοι, πάτωμα εξωτερικού χώρου-deck, πάτωμα στα ιταλικά, campagna στα ελληνικά
πάτωμα στα ιταλικά