lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στήριγμα στα γερμανικά

Λέξη:
στήριγμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
anhalt, halt, hilfe, lehne, rücken, stütze, unterstützung, pfeiler
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά στήριγμα, στήριγμα ώμου, στήριγμα συνωνυμα, στήριγμα πλάτης, στήριγμα οθόνης υπολογιστή, στήριγμα κουρτίνας μπάνιου γωνιακό, στήριγμα στα γερμανικά, anhalt στα ελληνικά
στήριγμα στα γερμανικά