lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στήριγμα στα δανική

Λέξη:
στήριγμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
karm, støtte, konsol, fremme, medhold, underhold, bistand, stød, understod
Σχετικές λέξεις:
δανική στήριγμα, στήριγμα ώμου, στήριγμα συνωνυμα, στήριγμα πλάτης, στήριγμα οθόνης υπολογιστή, στήριγμα κουρτίνας μπάνιου γωνιακό, στήριγμα στα δανική, karm στα ελληνικά
στήριγμα στα δανική