lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στήριγμα στα ουγγρική

Λέξη:
στήριγμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
alap, háttámla, támla, alátámasztás, pártfogás, segély
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική στήριγμα, στήριγμα ώμου, στήριγμα συνωνυμα, στήριγμα πλάτης, στήριγμα οθόνης υπολογιστή, στήριγμα κουρτίνας μπάνιου γωνιακό, στήριγμα στα ουγγρική, alap στα ελληνικά
στήριγμα στα ουγγρική