lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στήριγμα στα πορτογαλικά

Λέξη:
στήριγμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (9):
apoio, rescaldo, escora, estribo, muleta, punhal, sustento, sustentáculo, auxilio
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά στήριγμα, στήριγμα ώμου, στήριγμα συνωνυμα, στήριγμα πλάτης, στήριγμα οθόνης υπολογιστή, στήριγμα κουρτίνας μπάνιου γωνιακό, στήριγμα στα πορτογαλικά, apoio στα ελληνικά
στήριγμα στα πορτογαλικά