lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βαθμίδα στα δανική

Λέξη:
βαθμίδα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (10):
etape, grad, højde, karakter, niveau, rang, stadsdel, steg, trappe, trin
Σχετικές λέξεις:
δανική βαθμίδα, οξειδωτική βαθμίδα, εκπαιδευτική βαθμίδα, γεωθερμική βαθμίδα, βαθμίδα του επίκουρου καθηγητή, βαθμίδα πίνακα, βαθμίδα στα δανική, etape στα ελληνικά
βαθμίδα στα δανική