lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δάσος στα δανική

Λέξη:
δάσος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (5):
bor, skov, træ, trevirke, ved
Σχετικές λέξεις:
δανική δάσος, δάσος χαιδαρίου, δάσος φρακτού, δάσος φολόης, δάσος του ρούβα, δάσος συγγρού, δάσος στα δανική, bor στα ελληνικά
δάσος στα δανική