lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δάσος στα λευκορωσίας

Λέξη:
δάσος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
адусюль, бор, дрэва, лес
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας δάσος, δάσος χαιδαρίου, δάσος φρακτού, δάσος φολόης, δάσος του ρούβα, δάσος συγγρού, δάσος στα λευκορωσίας, адусюль στα ελληνικά
δάσος στα λευκορωσίας