lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δύσκολος στα δανική

Λέξη:
δύσκολος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (10):
alvorlig, besværlig, grav, hård, prøvende, svær, tung, tungindustri, vanskelig, vigtig
Σχετικές λέξεις:
δανική δύσκολος, δύσκολοσ στόχοσ, δύσκολος τοκετός, δύσκολος συνώνυμα, δύσκολος μενάνδρου, δύσκολος μένανδρος, δύσκολος στα δανική, alvorlig στα ελληνικά
δύσκολος στα δανική