lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εισάγω στα δανική

Λέξη:
εισάγω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
importere, indføre
Σχετικές λέξεις:
δανική εισάγω, εισάγω συνώνυμο, εισάγω συνώνυμα, εισάγω προστακτική, εισάγω καινά δαιμόνια, εισάγω και εισαγάγω, εισάγω στα δανική, importere στα ελληνικά
εισάγω στα δανική