lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ισοπεδώνω στα δανική

Λέξη:
ισοπεδώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
ens, lige, nivelleret, planere
Σχετικές λέξεις:
δανική ισοπεδώνω, ισοπεδώνω συνώνυμα, ισοπεδώνω στα αγγλικά, ισοπεδώνω μετάφραση, ισοπεδώνω αγγλικά, ισοπεδώνω στα δανική, ens στα ελληνικά
ισοπεδώνω στα δανική