lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ισοπεδώνω στα ιταλικά

Λέξη:
ισοπεδώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (11):
adeguare, allineare, appianare, compensare, eguagliare, limare, livellare, pareggiare, pari, schierare, spianare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ισοπεδώνω, ισοπεδώνω συνώνυμα, ισοπεδώνω στα αγγλικά, ισοπεδώνω μετάφραση, ισοπεδώνω αγγλικά, ισοπεδώνω στα ιταλικά, adeguare στα ελληνικά
ισοπεδώνω στα ιταλικά