lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ισοπεδώνω στα λευκορωσίας

Λέξη:
ισοπεδώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (7):
аплачваць, варочаць, выраўноўваць, вяртаць, замяняць, кампенсаваць, пакрываць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ισοπεδώνω, ισοπεδώνω συνώνυμα, ισοπεδώνω στα αγγλικά, ισοπεδώνω μετάφραση, ισοπεδώνω αγγλικά, ισοπεδώνω στα λευκορωσίας, аплачваць στα ελληνικά
ισοπεδώνω στα λευκορωσίας