lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ισοπεδώνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
ισοπεδώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (6):
aplanar, explanar, igualar, compensar, nivelar, recompensar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ισοπεδώνω, ισοπεδώνω συνώνυμα, ισοπεδώνω στα αγγλικά, ισοπεδώνω μετάφραση, ισοπεδώνω αγγλικά, ισοπεδώνω στα πορτογαλικά, aplanar στα ελληνικά
ισοπεδώνω στα πορτογαλικά