lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μόλυνση στα δανική

Λέξη:
μόλυνση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
infektion, epidemi, pest, smitte
Σχετικές λέξεις:
δανική μόλυνση, μόλυνση υδάτων, μόλυνση του περιβάλλοντος, μόλυνση του αέρα, μόλυνση στο πρόσωπο, μόλυνση ορισμός, μόλυνση στα δανική, infektion στα ελληνικά
μόλυνση στα δανική