lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ριψοκινδυνεύω στα δανική

Λέξη:
ριψοκινδυνεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (5):
fare, fra, risikere, risiko, slump
Σχετικές λέξεις:
δανική ριψοκινδυνεύω, ριψοκινδυνεύω στα δανική, fare στα ελληνικά
ριψοκινδυνεύω στα δανική