lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σταθμός στα δανική

Λέξη:
σταθμός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (12):
beliggenhed, bestilling, embede, holdning, post, rang, standpunkt, station, stilling, tilstand, tjeneste, vagtpost
Σχετικές λέξεις:
δανική σταθμός, σταθμός της μάσας, σταθμός σκα, σταθμός πελοποννήσου, σταθμός λιοσίων, σταθμός λαρίσης δρομολόγια, σταθμός στα δανική, beliggenhed στα ελληνικά
σταθμός στα δανική