lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σταθμός στα βουλγαρικά

Λέξη:
σταθμός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (4):
часовой, гара, станция, отношение
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά σταθμός, σταθμός της μάσας, σταθμός σκα, σταθμός πελοποννήσου, σταθμός λιοσίων, σταθμός λαρίσης δρομολόγια, σταθμός στα βουλγαρικά, часовой στα ελληνικά
σταθμός στα βουλγαρικά