lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στόμιο στα δανική

Λέξη:
στόμιο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
ansigt, kys, kysse, mund, munding, gas
Σχετικές λέξεις:
δανική στόμιο, στόμιο λάρισας χαρτης, στόμιο λάρισας ξενοδοχεια, στόμιο λάρισας καμπινγκ, στόμιο λάρισας ενοικιαζομενα, στόμιο λάρισας διαμονή, στόμιο στα δανική, ansigt στα ελληνικά
στόμιο στα δανική