lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνδυάζω στα δανική

Λέξη:
συνδυάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (5):
binde, forbinde, forene, koble, samle
Σχετικές λέξεις:
δανική συνδυάζω, συνδυάζω χρωματα, συνδυάζω συνώνυμο, συνδυάζω ρουχα, συνδυάζω ορισμος, συνδυάζω μετάφραση, συνδυάζω στα δανική, binde στα ελληνικά
συνδυάζω στα δανική