lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όψη στα δανική

Λέξη:
όψη (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (21):
aspekt, blik, form, luft, melodi, mine, moment, panorama, perspektiv, påseende, se, sigte, sit, skue, syn, udseende, udsigt, visa, vy, ytre, åsyn
Σχετικές λέξεις:
δανική όψη, όψη χιαστί, όψη φλοιού πορτοκαλιού, όψη του πλούτου, όψη ρητίνης, όψη πορσελάνης, όψη στα δανική, aspekt στα ελληνικά
όψη στα δανική