lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όψη στα φινλανδικά

Λέξη:
όψη (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (17):
hahmo, ilma, ilme, ilmestys, katsanto, kuvio, näkeminen, näkemys, näky, näkymä, näkö, näköaisti, näköala, näytelmä, näyttää, tuntua, ulkonäkö
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά όψη, όψη χιαστί, όψη φλοιού πορτοκαλιού, όψη του πλούτου, όψη ρητίνης, όψη πορσελάνης, όψη στα φινλανδικά, hahmo στα ελληνικά
όψη στα φινλανδικά