lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: εισιτήριο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
card, sleepy, ticket
εισιτήριο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
cedule, cedulka, jízdenka, karta, legitimace, lístek, oznámení, pohlednice, vstupenka
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
billett, eintrittskarte, fahrausweis, fahrkarte, fahrschein, karte, menü, speisekarte, ticket
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
billet, kart, kort, seddel, spiseseddel
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
billete, boleta, boleto, carta, lista, localidad, naipe, tarjeta
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
billet, billette, carte, ticket
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
biglietto, cartoncino, lista, scheda, tessera
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
billett, enkeltbillett, kart, kassalapp, seddel
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
билет, карта, карточка, открытка
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
biljett, billett, kassalapp
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
biletë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
билет
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
білет
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
kaart, pilet
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kortti, lippu, ruokalista
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
karta
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
jegy, kártya
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
bilietas, korta
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bilhete, bolita, cardápio, carta, cartão, ficha, lista, menu, naipe, passagem, tarjeta
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
bilet
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
karta
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
білет, карта, картка, квиток
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
bilet

Σχετικές λέξεις

εισιτήριο ελεύθερης πρόσβασης, εισιτήριο στη τσέπη σου παντελής θαλασσινός, εισιτήριο ελεύθερης πρόσβασης σε υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, εισιτήριο ακρόπολης, εισιτήριο ετυμολογία, εισιτήριο οσε, εισιτήριο στη τσέπη σου στίχοι, εισιτήριο των 25 ευρώ στα νοσοκομεία, εισιτήριο 25 ευρώ, εισιτήριο οασα για αεροδρόμιο