lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποθηκεύω στα ιταλικά

Λέξη:
αποθηκεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (9):
conservare, custodire, mantenere, rimanere, riservare, serbare, tenere, trattenere, immagazzinare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά αποθηκεύω, πώς αποθηκεύω, αποθηκεύω τρόφιμα, αποθηκεύω συνώνυμο, αποθηκεύω συνώνυμα, αποθηκεύω στα ιταλικά, conservare στα ελληνικά
αποθηκεύω στα ιταλικά