lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γοητεύω στα ιταλικά

Λέξη:
γοητεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (7):
affascinare, ammaliare, avvincere, stregare, affatturare, incantare, rapire
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά γοητεύω, γοητεύω συνώνυμα, γοητεύω στα αγγλικά, γοητεύω στα ιταλικά, affascinare στα ελληνικά
γοητεύω στα ιταλικά