lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: πλέω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
navigate, sail
πλέω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
plout
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
segeln
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
navigere, senile
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
navegar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cingler, naviguer, voguer
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
navigare
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
navigere, segla, seile
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
плавать
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
segla
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lundroj
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
navigoida
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
vitorlázni
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
navegar
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
żeglować

Σχετικές λέξεις

πλέω κλίση, λέγω ομόρριζα, πλέω χρονικη αντικατασταση, πλέω κλιση αρχαια, πλέω αρχικοί χρόνοι, πλέω παραγωγα, πλέω μεθ' ορμής ακαθέκτου, λέγω συνώνυμα, λέγω μετάφραση, πλέω συνώνυμο