lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: μητρικός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
maternal, motherly
μητρικός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
mateřský
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mütterlich
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
moderlig
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
maternal, materno
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
maternel
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
materno
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
moderlig
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
материн, материнский
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
moderlig
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
матчын, мацярынскі
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
anyai
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
maternal, materno
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
батьківський, материн, материнський
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
macierzyński, matczyny

Σχετικές λέξεις

μητρικός θηλασμός, μητρικός θηλασμός και συμπλήρωμα, μητρικός θηλασμός μέχρι πότε, μητρικός θηλασμός και διατροφή, μητρικός θηλασμός unilever, μητρικός θηλασμός κύπρος, μητρικός θηλασμός και περίοδος, μητρικός θηλασμός video, μητρικός θηλασμός και κάπνισμα, μητρικός θηλασμός και δυσκοιλιότητα