lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γοητεύω στα τσεχική

Λέξη:
γοητεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (12):
fascinovat, nadchnout, okouzlit, okouzlovat, oslnit, očarovat, potěšit, uchvátit, uhranout, unést, zaklínat, získávat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική γοητεύω, γοητεύω συνώνυμα, γοητεύω στα αγγλικά, γοητεύω στα τσεχική, fascinovat στα ελληνικά
γοητεύω στα τσεχική