lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γοητεύω στα ουγγρική

Λέξη:
γοητεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
varázsolni, elámítani, elragadtatni, öröm
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική γοητεύω, γοητεύω συνώνυμα, γοητεύω στα αγγλικά, γοητεύω στα ουγγρική, varázsolni στα ελληνικά
γοητεύω στα ουγγρική